Γιατί ήρθε ο Χριστός στον κόσμο; Γιατί τελικά σταυρώθηκε; Είναι Θεός ή δεν είναι; Μήπως ήταν απλώς ένας πολύ καλός άνθρωπος, που δημιούργησε ένα ωραίο φιλοσοφικό και ιδεολογικό σύστημα, στο όνομα του οποίου έγιναν τελικά ο μεγαλύτερες αδικίες του κόσμου;
Αυτές είναι απόψεις που ακούγονται κατά καιρούς για το πρόσωπο του Χριστού. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά στην πράξη, για το μεγαλύτερο τμήμα της κοινωνίας ο Χριστός βιώνεται ως μια ευχάριστη παρένθεση στην καθημερινότητα, ως μια φολκλορική επιβίωση παλαιών εθίμου και ενός πολιτισμού που φαινομενικά συγκινεί, στην ουσία δεν αγγίζει όμως τις ζωές μας. Βιώνουμε έναν ακίνδυνο Χριστό, ο οποίος δεν μπορεί να μεταμορφώσει τον τρόπο που αντιμετωπίζουμε τα πράγματα, γιατί στην ουσία δεν έχουμε την τόλμη και το θάρρος να επιχειρήσουμε μεγάλες αλλαγές στη ζωή μας.
Ο Ντοστογιέφσκυ, στο βιβλίο του Αδελφοί Καραμαζόφ, βάζει στο στόμα ενός απ’ αυτούς, του Ιβάν, μια θαυμάσια ιστορία που τη επιγράφει «Ο Μέγας Ιεροεξεταστής». Ο Χριστός ξανακατεβαίνει στη γη, στη Σεβίλλη της Ισπανίας, όταν η Ιερά Εξέταση κυριαρχεί. Κάνει θαύματα πάλι, συγκλονίζει τους ανθρώπους, εκτός από τον Μεγάλο Ιεροεξεταστή, έναν γέρο καρδινάλιο, ο οποίος τον συλλαμβάνει, τον κλείνει σ’ ένα κελί, πιο σκοτεινό από τη φυλακή του Πιλάτου, και τον ανακρίνει, κάνοντας αναφορά στα κομβικά σημεία της διδασκαλίας του, τα οποία φοβούνται οι περισσότεροι άνθρωποι.
Ο Χριστός ήρθε στη γη για να φέρει την ελευθερία, όχι μόνο την εξωτερική-πολιτική ελευθερία, αλλά την ελευθερία να αποφασίζει κανείς και να αναλαμβάνει την ευθύνη των επιλογών του. Ο Ιεροεξεταστής του λέει ότι έπρεπε να δώσει ψωμί στους ανθρώπους (μια κατηγορία που διατυπώνεται συχνά και εναντίον της Εκκλησίας, ότι δεν αντιμετωπίζει τα κοινωνικά προβλήματα, λες και αυτός είναι ο σκοπός της παρουσίας της στον κόσμο), για να τον ακολουθήσουν ομαδόν. Ο Χριστός όμως κάλεσε ελεύθερα τους ανθρώπους να τον ακολουθήσουν κι αυτό προϋποθέτει μια αντίληψη για την πίστη που είναι ζητούμενο στην εποχή μας.
Ο Χριστός ήρθε στη γη για να φέρει την αγάπη στον άνθρωπο, γι’ αυτό άλλωστε και σταυρώθηκε, από αγάπη. Ο Ιεροεξεταστής του λέει ότι θα έπρεπε να στηρίζει τη διδασκαλία Του στο θαύμα και το μυστήριο, γιατί αυτά ενδιαφέρουν τον άνθρωπο, η μαγική πλευρά της πίστης δηλαδή. Αυτή την μαγική πίστη βιώνουμε όταν κοινωνούμε για το καλό του χρόνου, όταν πηγαίνουμε στην Εκκλησία μόνο για να μας δώσει ο Θεός αυτό που έχουμε ανάγκη, όταν σπεύδουμε εκεί που γίνονται θαύματα και θεωρούμε πως αυτό είναι αρκετό για να είμαστε καλά πνευματικά.
Η αγάπη όμως προϋποθέτει θυσία του εαυτού μας. Ο Χριστός ζητά από μας να πάψουμε να προτάσσουμε το υλικό συμφέρον, το χρήμα, τον καταναλωτισμό, την ατομικότητα και καλοπέραση και να δώσουμε την καρδιά μας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Ο Ιεροεξεταστής λέει στο Χριστό ότι αν παραδινόταν στο πνεύμα του κόσμου τούτου και στη νοοτροπία αυτής της ζωής, κανείς δεν θα ενοχλούνταν απ’ αυτό και ακόμα περισσότεροι θα ακολουθούσαν, έστω και τυπικά τα βήματά Του, γιατί θα βολεύονταν στην πίστη που Αυτός δίδαξε.
Αυτές τις μέρες κυριαρχεί ένα ρεύμα θρησκευτικότητας στην μισή ζωή μας. Στην υπόλοιπη συνεχίζουμε αμέριμνα να τραγουδούμε το σκοπό του Μεγάλου Ιεροεξεταστή. «Προσμένουμε να γίνει κάποιο θαύμα», όπως λέει ο ποιητής, χωρίς να θέλουμε τελικά να ζήσουμε με την ελευθερία της ευθύνης, τη γνησιότητα της αγάπης και τη θυσία της πίστης. Στην άλλη πλευρά, εξακολουθεί να μας περιμένει ο νεκρωμένος για τις αμαρτίες μας Χριστός. Θα τολμήσουμε το μεγάλο βήμα ή θα παραμείνει και η φετεινή Ανάσταση μια ακόμη χαμένη ευκαιρία; Καιρός του σπείρειν, καιρός του θερίζειν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου